Πότε να σταματήσω τα ψυχιατρικά φάρμακα;
Ένας μεγάλος αριθμός ατόμων με ψυχολογικές δυσκολίες αντιμετωπίζει τα προβλήματα αυτά με φαρμακοθεραπεία. Ποιο είναι όμως το κριτήριο για να σταματήσει κανείς την φαρμακοθεραπεία; Είναι η διάρκεια λήψης του φαρμάκου αρκετό κριτήριο από μόνο του; Πόσο διάστημα πρέπει να τα παίρνω;
Αυτές είναι συνηθισμένες ερωτήσεις στο μυαλό πολλών θεραπευόμενων για τα φάρμακα.
Η φαρμακοθεραπεία όταν επιλέγεται ως μοναδική μέθοδος αντιμετώπισης μιας ψυχολογικής δυσκολίας, όπως συνήθως συμβαίνει στα προβλήματα άγχους, στα προβλήματα κατάθλιψης, στα προβλήματα Ιδεοψυχαναγκαστικής Διαταραχής τότε εμφανίζεται ένα μεγάλο δίλλημα. Ο θεραπευόμενος αντιλαμβάνεται και αποδίδει στα φάρμακα την βελτίωση του, ωστόσο μπορεί να διακατέχεται από την επιθυμία να τα διακόψει, είτε διότι βιώνει κάποιες παρενέργειες, αλλά και γιατί είναι τελείως φυσιολογικό ένας άνθρωπος να θέλει να ζήσει χωρίς φάρμακα. Πολλές φορές κάποιοι θεραπευόμενοι επιλέγουν να διακόψουν τα φάρμακα από μόνοι τους πριν συμβουλευτούν τον γιατρό τους. Άλλοι στηρίζουν την απόφαση τους στην χρονική διάρκεια που λαμβάνουν τα φάρμακα, ότι δηλαδή τα παίρνουν ήδη πολύ καιρό και χρειάζεται να τα σταματήσουν.
Η φαρμακοθεραπεία όταν επιλέγεται ως μοναδική μέθοδος αντιμετώπισης έχει το μειονέκτημα ότι ο άνθρωπος που πάσχει δεν μαθαίνει τίποτα χρήσιμο να κάνει από μόνος του για να αντιμετωπίσει τόσο τα συμπτώματα του, όσο και τις βαθύτερες αιτίες από τις οποίες τα συμπτώματα αυτά προέκυψαν. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα σε πολλές περιπτώσεις η διακοπή των φαρμάκων να οδηγεί μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα σε υποτροπές με απότοκο το άτομο να χρειαστεί μετά ξανά φαρμακευτική θεραπεία για να αντιμετωπίσει το ίδιο πρόβλημα. Ένας άνθρωπος με Κατάθλιψη ή Αγοραφοβία ή οτιδήποτε άλλο, μπορεί να διακόψει τα φάρμακα του χωρίς να έχουν αντιμετωπιστεί επαρκώς όλα του τα συμπτώματα, παρότι έχει περάσει μεγάλο χρονικό διάστημα που τα λαμβάνει, κάτι που θα έχει ως συνέπεια πολύ πιθανά σύντομα ή λίγο πιο αργά να υποτροπιάσει πάλι. Για παράδειγμα μια γυναίκα που έχει κατάθλιψη επειδή βρίσκεται σε ένα γάμο με πολλά προβλήματα τα οποία και ήταν η αιτία της κατάθλιψης, μπορεί μεν να νιώσει κάποια από τα συμπτώματα της κατάθλιψης να αντιμετωπίζονται, όμως αν υπάρχουν ακόμα έστω και κάποια συμπτώματα κατάθλιψης στα οποία δεν δίνει σημασία ή δεν τα αξιολογεί ως σπουδαία, σε συνδυασμό με τα προβλήματα που παραμένουν στο γάμο, κάνουν την γυναίκα αυτή ευεπίφορη να υποτροπιάσει, εφόσον διακόψει τα φάρμακα. Αυτό γίνεται διότι το πρόβλημα δεν έχει αντιμετωπιστεί στην ουσία του, στη ρίζα του αλλά έχει μια επιφανειακή μείωση των συμπτωμάτων σε ένα μέτριο επίπεδο.
Κάποτε, είχα ένα θεραπευόμενο με Διαταραχή Πανικού και Αγοραφοβία, ο οποίος λάμβανε αντικαταθλιπτικά για την αγοραφοβία και ηρεμιστικά επί περιόδους κρίσεων και ήθελε να τα διακόψει παρά το γεγονός, ότι, μολονότι έπαιρνε φάρμακα, εξακολουθούσε να αποφεύγει να εκτίθεται σε κάποια μέρη. Ενώ η γενική του λειτουργικότητα είχε βελτιωθεί σημαντικά σε ένα ποσοστό 50%-60%, εν τούτοις, εξακολουθούσαν να υπάρχουν αγοραφοβικά συμπτώματα. Πιο συγκεκριμένα, δεν μπορούσε να πηγαίνει με τα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς το βράδυ και δεν μπορούσε βράδυ να περπατήσει μόνος αρκετά μακριά από το σπίτι του. Αυτές οι καταστάσεις εξακολουθούσαν να του φέρνουν συμπτώματα πανικού. Εκείνος όμως χρησιμοποίησε ως κριτήριο διακοπής των φαρμάκων το γεγονός ότι βρισκόταν ήδη σε φαρμακευτική αγωγή δυο χρόνια, κάτι που το θεωρούσε ένα μεγάλο χρονικό διάστημα.
Δεν αξιολογούσε ως σημαντικά τα συμπτώματα που παρέμεναν, δεν τα ανέφερε στο γιατρό του, ούτε εκείνος ρώτησε πολύ επισταμένα να μάθει και η απόφαση βασίστηκε στη χρονική διάρκεια περισσότερο παρά στην βελτίωση που είχε επιτευχθεί και στα συμπτώματα που παρέμεναν. Δηλαδή, μπορεί η πυρκαγιά να είχε σβήσει, αλλά αυτό δεν είχε γίνει εντελώς, κάποιες φλόγες ακόμα σιγόκαιγαν και έτσι όταν το δίχτυ προστασίας, τα φάρμακα δηλαδή, διεκόπησαν, μετά από λίγους μήνες η αγοραφοβία και οι κρίσεις πανικού επέστρεψαν. Ο θεραπευόμενος όταν ήρθε σε εμένα ένιωθε πολύ άσχημα που μετά από τόσα χάπια που είχε καταναλώσει τελικά υποτροπίασε γρήγορα. Του εξήγησα ότι αυτό έγινε διότι όλες οι συμπεριφορές που συντηρούσαν την αγοραφοβία δεν είχαν φύγει από το ρεπερτόριο του. Για παράδειγμα, οδηγούσε πλέον, κάτι που είχε σταματήσει στις πρώτες κρίσεις πανικού, αλλά δεν μπορούσε και φοβόταν να οδηγήσει μόνος του χωρίς συνοδηγό στην Αττική Οδό. Δηλαδή, εξακολουθούσε να έχει κάποια συμπτώματα ακόμα, τα οποία υποτιμούσε και αυτά λειτουργούσαν ως φλόγες που σιγόκαιγαν και στο πρώτο φύσημα του ανέμου η πυρκαγιά ξανάναψε.
Επομένως η απόφαση διακοπής των φαρμάκων είναι μια απόφαση η οποία στηρίζεται σε διεξοδικό κλινικό έλεγχο, ο οποίος οφείλει να περιλαμβάνει το εάν παραμένουν κάποια συμπτώματα, πόσο συχνά είναι, πόσο σοβαρά και εάν έχει μάθει ο θεραπευόμενος να τα χειρίζεται ο ίδιος ή στηρίζεται μόνο στο φάρμακο. Επίσης ο κλινικός χρειάζεται να ελέγξει εάν ο θεραπευόμενος έχει σταματήσει εκείνες τις συμπεριφορές, οι οποίες συντηρούν τα συμπτώματα του.
Διότι αν δεν φύγουν από τη μέση οι παράγοντες που συντηρούν τα συμπτώματα δεν υφίσταται θεραπεία του προβλήματος παρά μόνο καταπράυνση των συμπτωμάτων.
Για παράδειγμα αν ένας άνθρωπος με Ιδεοψυχαναγκαστική Διαταραχή, ο οποίος φοβάται μην άφησε ανοιχτό το θερμοσίφωνα, μπορεί να έχει σταματήσει το να πηγαίνει να ελέγχει διαρκώς το διακόπτη στο πίνακα αν είναι ανοιχτός, αλλά φεύγοντας να βγάζει φωτογραφία με το κινητό του ότι ήταν κλειστός ώστε να νιώθει ήρεμος. Ο ίδιος μπορεί να νομίζει ότι έκανε πρόοδο με αυτό τον τρόπο και ότι βρήκε ένα έξυπνο τρικ για να νικήσει το φόβο του και έτσι να διακόψει και τα φάρμακα. Σε αυτή την περίπτωση δεν προόδευσε, απλά αντικατέστησε τον έλεγχο του πίνακα, που συντηρούσε το φόβο του, με ένα άλλο κόλπο. Οπότε ο θεραπευόμενος αυτός πολύ γρήγορα θα υποτροπιάσει.
Να υπερτονίσουμε εδώ ότι ένας ασθενής μπορεί να υποτροπιάσει ακόμα και κατά τη περίοδο που λαμβάνει φάρμακα και τότε να χρειαστεί αυξημένες δόσεις και επιπλέον φάρμακα. Επομένως τα φάρμακα δεν είναι ούτε πανάκεια, ούτε ίαση αλλά ένα χρήσιμο εργαλείο θεραπείας.
Συμπερασματικά λοιπόν διακόψτε τα φάρμακα σας πάντοτε με τη βοήθεια του γιατρού που σας παρακολουθεί, ουδέποτε μόνοι σας γιατί αυτό ενέχει κινδύνους παρενεργειών και μη στηρίζεστε στη δικαιολογία του ότι τα παίρνω πολύ διάστημα.
Εάν αντιμετωπίζετε δυσκολίες να τα διακόψετε είτε γιατί ο γιατρός σας, σας αποτρέπει είτε γιατί οι ίδιοι δεν νιώθετε σίγουροι και δυνατοί ότι θα τα καταφέρετε χωρίς φάρμακα, είτε εμπίπτετε στη κατηγορία των ανθρώπων που κόβουν τα φάρμακα και υποτροπιάζουν, τότε όλα αυτά αποτελούν απόλυτη ένδειξη ότι υπάρχουν βαθύτερα προβλήματα που δεν έχουν αντιμετωπιστεί και τα οποία συντηρούν αυτό από το οποίο υποφέρετε ή εξακολουθείτε να βιώνετε συμπτώματα που δεν μπορείτε να ελέγξετε. Στις περιπτώσεις αυτές χρειάζεται κάτι επιπλέον να κάνετε.
Η ψυχοθεραπεία στις περιπτώσεις αυτές είναι η καταλληλότερη λύση!
Ειδικά για προβλήματα διάθεσης, κατάθλιψης, φοβιών, βουλιμίας, εμμονών, ψυχαναγκασμών και άγχους η Συμπεριφοριστική Ψυχοθεραπεία και η Γνωσιακή Ψυχοθεραπεία μπορούν να σας βοηθήσουν αποτελεσματικά ή ακόμη και πιο αποτελεσματικά από τα φάρμακα, να μάθετε να διαχειρίζεστε τόσο τα συμπτώματα σας, όσο και τα βαθύτερα αίτια που σας προκαλούν αυτά τα συμπτώματα.
Εξάλλου η μοντέρνα αντιμετώπιση κάθε ψυχολογικής δυσκολίας έχει ως απαραίτητο συστατικό την ψυχοθεραπευτική αντιμετώπιση. Διότι μέσω της ψυχοθεραπείας είναι δυνατό να μάθεις να στηρίζεσαι στα πόδια σου ο ίδιος.